απιδίτης

απιδίτης
ης, ες грушевый;

ο απιδίτης (οίνος) — грушевое вино


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "απιδίτης" в других словарях:

  • απιδίτης — Αχλαδόκρασο ή απιδόκρασο, κρασί δηλαδή που προέρχεται από τη ζύμωση του χυμού νωπών αχλαδιών. Παρασκευάζεται από αχλάδια οποιασδήποτε ποικιλίας. Τον ανακατεύουν με μηλίτη για να αυξηθεί η οξύτητα του τελευταίου. Στην κεντρική Ευρώπη, όπου… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»